← Πίσω στο blog

Πως μπορώ να διαφυλάξω τη γονιμότητα μου;

Δείτε όλα τα άρθρα του NowDoctor.gr

του Γεωργίου Καλαμπαλίκη, Μαιευτήρα Γυναικολόγου – Διδάκτορος της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Πολύ συχνά στις μέρες μας, αρκετά ζευγάρια αναζητούν βοήθεια για να τεκνοποιήσουν και καταφεύγουν σε ένα εξαντλητικό δρόμο εργαστηριακών εξετάσεων, περιπλάνησης από το ένα κέντρο εξωσωματικής στο άλλο, γραφειοκρατίας, απογοητεύσεων, διαψεύσεων των ελπίδων και αφάνταστης ταλαιπωρίας. Άλλοτε πάλι, η πληροφορία για ένα άλλο ζευγάρι που ‘έπιασε” αμέσως παιδί, είτε αναπτερώνει τις ελπίδες είτε προκαλεί νέα απογοήτευση δημιουργώντας την ψεύτική εντύπωση ότι όλα τα ζευγάρια έχουν τα ίδια προβλήματα και διαχωρίζοντας αβασάνιστα τους ανθρώπους σε “γόνιμους” και “υπογόνιμους”.

Ωστόσο, είναι προφανές ότι πριν ένα ζευγάρι μπει στην διαδικασία να καταφύγει σε κάποια μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, θα πρέπει να εξαντλεί τις πιθανότητες φυσικής γονιμοποίησης. Συχνά, το πρόβλημα είναι πολύ απλό και μπορούν να ξεπεραστούν χωρίς περιττή ταλαιπωρία.

Το μυστικό για το ζευγάρι που προσπαθεί να κάνει παιδιά και δεν μπορεί, είναι να αντιμετωπίσουν την υπογονιμότητά τους ως ένα συνδυασμό της αναπαραγωγικής ικανότητας του ενός και του άλλου συντρόφου. Το ζευγάρι πρέπει να εξετάζεται ταυτόχρονα, καθώς η υπερβολική γονιμότητα του ενός συντρόφου μπορεί να καλύψει την ελαφρά υπογονιμότητα του άλλου και να καταλήξουν σε γέννηση παιδιού, ενώ και η μικτής αιτιολογίας υπογονιμότητας και των δυο συντρόφων είναι αρκετά συχνή.

 Τι είναι η υπογονιμότητα;

Υπογονιμότητα σημαίνει ότι ένα ζευγάρι δεν επιτυγχάνει σύλληψη μετά από ένα έτος ελεύθερων επαφών. Αυτό το χρονικό διάστημα μειώνεται στους έξι μήνες όταν η ηλικία της γυναίκας, σημαντικός παράγοντας υπογονιμότητας, ξεπερνά τα 35 έτη. Όταν συζητούμε για υπογονιμότητα , λοιπόν, μιλούμε για καθυστέρηση και όχι για πλήρη αδυναμία σύλληψης. Είναι δυνατόν μόνο ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι να έχουν ελαφρώς μειωμένη γονιμότητα αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι αδύνατο να έχουν φυσιολογική σύλληψη. Για παράδειγμα, όταν δεν γίνεται ωορρηξία σε κάθε κύκλο στη γυναίκα ή η μειωμένη κινητικότητα του σπέρματος του συντρόφου ελαττώνουν σημαντικά την πιθανότητα απόκτησης παιδιού με φυσιολογική σύλληψη, ωστόσο δεν την καθιστούν αδύνατη. Είναι, λοιπόν πολύ μεγάλη ευθύνη του γιατρού που θα “βαφτίσει” έναν από τους συντρόφους ή ένα ζευγάρι “υπογόνιμο”, καθώς ένας “υπογόνιμος” σύντροφος μπορεί να είναι υπογόνιμος με τον συγκεκριμένο σύντροφο αλλά γόνιμος σε συνδυασμό με κάποιον άλλον. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε πως εκτός από την πραγματική αδυναμία σύλληψης, την στειρότητα, η οποία είναι πολύ σπάνια, η ιατρική τεχνολογία έχει εξελιχθεί τόσο πολύ ώστε η μεγάλη πλειοψηφία των ζευγαριών μπορεί να αποκτήσει ένα ή περισσότερα υγιή παιδιά.

 Ποια προβλήματα γονιμότητας μπορούν να διορθωθούν;

Οι συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας, όπως η εκ γενετής ύπαρξη διαφραγμάτων στην ενδομήτρια κοιλότητα, η ύπαρξη ευμεγεθών ινομυωμάτων ή κύστεων, μπορούν να διορθωθούν εύκολα με την κατάλληλη χειρουργική αντιμετώπιση. Άλλες αιτίες όπως η παρουσία ανωορρηκτικών κύκλων όπως στο σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, παρουσία ενδοκρινολογικών δυσλειτουργιών όπως διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς, παθολογική παχυσαρκία, διαταραχές στο μεταβολισμό των υδατανθράκων όπως στον σακχαρώδη διαβήτη ή το μεταβολικό σύνδρομο μπορούν να διορθωθούν με κατάλληλη θεραπευτική αγωγή είτε αμιγώς φαρμακευτική αγωγή είτε με συνδυασμό φαρμάκων, άσκησης και διατροφής. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην αμφοτερόπλευρη απόφραξη των σαλπίγγων η χειρουργική λύση δεν δίνει πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ίσως το ζευγάρι θα πρέπει να σκεφτεί να προτιμήσει εξαρχής τη λύση της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως σε ένα ποσοστό περίπου 15% των υπογόνιμων ζευγαριών, η αιτία της υπογονιμότητας δεν ανευρίσκεται, οι εξετάσεις δείχνουν φυσιολογικά αποτελέσματα και η υπογονιμότητα θεωρείται ιδιοπαθής. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η διεξοδική συζήτηση με τον εξειδικευμένο γυναικολόγο θα οδηγήσει το ζευγάρι στην επιλογή της κατάλληλης για την περίπτωσή του αντιμετώπισης.

 Επηρεάζει την γονιμότητα η ηλικία της γυναίκας;

Η ηλικία της γυναίκας επηρεάζει καθοριστικά την συνολική γονιμότητα του ζευγαριού. Ωστόσο, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η “ημερολογιακή ηλικία” της γυναίκας δεν αντικατοπτρίζει πάντα την “ηλικία της γονιμότητας”, δηλαδή την κράση των ωοθηκών η οποία μπορεί είτε να συμφωνεί είτε να διαφέρει σημαντικά από την ημερολογιακή ηλικία. Για παράδειγμα, μια γυναίκα 40 χρονών μπορεί να έχει τη δυνατότητα γονιμότητας μιας 35άρας και αντίστροφα. Οι συνήθεις εξετάσεις γονιμότητας επιτρέπουν στο ζευγάρι να ελέγξει τις δυνατότητες αναπαραγωγής του στο μέλλον αλλά και του προσφέρουν τη δυνατότητα να δει πόσο ασφαλές είναι να περιμένει ακόμα κάποια χρόνια για να κάνει οικογένεια.

 Πώς μπορεί ένα ζευγάρι να ελέγξει τη γονιμότητά του?

Η γυναίκα που προσπαθεί πάνω από ένα χρόνο να μείνει έγκυος χωρίς επιτυχία, καλό είναι να υποβληθεί τόσο σε απεικονιστικό όσο και σε ορμονολογικό έλεγχο :

• Ορμονικό προσδιορισμό στην αρχή του κύκλου (FSH, LH, οιστραδιόλη, προλακτίνη, θυρεοειδικές ορμόνες) και προγεστερόνη στο δεύτερο μισό του κύκλου για τον έλεγχο της ωορρηξίας. Οι εξετάσεις αυτές εντοπίζουν και ερευνούν την ικανότητα των ωοθηκών να παράγουν καλής ποιότητας ωάρια και υποδεικνύουν πιθανές αιτίες ανωορρηκτικών κύκλων, για παράδειγμα το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο στον έλεγχο της γονιμότητας, τα τελευταία χρόνια, θεωρείται ο προσδιορισμός της Αντιμυλλερείου Ορμόνης AMH, η οποία δεν εξαρτάται από την ημέρα του κύκλου και θεωρείται ότι αντικατοπτρίζει τα αποθέματα των αρχέγονων ωοθυλακίων στις ωοθήκες της γυναίκας, τα οποία την παράγουν.

• Υπερηχογραφικό και ενδοκρινολογικό έλεγχο για τη διαπίστωση ωορρηξίας.

• Υπερηχογραφικό έλεγχο για τυχόν ύπαρξη διαφραγμάτων, κύστεων και ινομυωμάτων, καθώς και έλεγχο των καταβολών ωοθυλακίων στις ωοθήκες ώστε να έχουμε μια αδρή εικόνα για το δυναμικό γονιμότητας των ωοθηκών.

Παράλληλα, ο άντρας πρέπει να κάνει τουλάχιστον ένα σπερμοδιάγραμμα, ώστε να αξιολογηθεί η κινητικότητα, η ποσότητα και η ποιότητά του σπέρματος. Εξετάσεις ιδιαίτερα δημοφιλείς παλαιότερα, όπως ό έλεγχος συμβατότητας μεταξύ της τραχηλικής βλέννας και του σπέρματος δεν θεωρούνται απαραίτητες σήμερα στον συνήθη έλεγχο της γονιμότητας.

 Απλοί τρόποι για να αυξήσει το ζευγάρι τη γονιμότητά του:

• Διακοπή του καπνίσματος. Το κάπνισμα βλάπτει ανεπανόρθωτα τις ωοθήκες, καθώς ο καπνός ελαττώνει την ικανότητά τους να παράγουν ωάρια. Οι καπνίστριες γεννούν πρόωρα, λιποβαρή νεογνά, και φτάνουν στην εμμηνόπαυση περίπου 2-3 χρόνια νωρίτερα από τις μη καπνίστριες. Όσον αφορά τους άντρες, το κάπνισμα είναι τοξικό για το σπέρμα και επηρεάζει κυρίως την κινητικότητά αλλά και την μορφολογία του.

•Αποφυγή του stress. Η υιοθέτηση ενός περισσότερου χαλαρού τρόπου αντιμετώπισης της καθημερινότητας μπορεί να λειτουργήσει βοηθητικά για την αναπαραγωγική ικανότητα, αφού το έντονο stress και το καθημερινό άγχος που συνοδεύεται από ψυχοσωματικά συμπτώματα, όπως ταχυκαρδίες, αϋπνία και ημικρανίες, επηρεάζει αρνητικά την ωορρηξία.

•Περιορισμός της καφεΐνης. Σχετικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι μεγάλες ποσότητες καφεΐνης επηρεάζουν αρνητικά τόσο την ποιότητα του σπέρματος των αντρών όσο και την ποιότητα των ωαρίων των γυναικών. Αντίθετα, ανάλογες μελέτες για το τσάι δεν έχουν επιβεβαιωθεί..

•Περιορισμός του αλκοόλ. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει αποβολή ή εμβρυοτοξικότητα στις έγκυες γυναίκες, και μείωση της κινητικότητας του σπέρματος στους άντρες. Η δηλητηρίαση από αλκοόλ θεωρείται η συχνότερη μορφή φαρμακευτικής δηλητηρίασης στην κύηση. Η κατανάλωση θεωρείται επικίνδυνη όταν υπερβαίνει τις 21 μονάδες την εβδομάδα για τους άντρες και τις 14 μονάδες για τις γυναίκες (μία μονάδα αλκοόλ ισοδυναμεί με ένα μικρό ποτήρι κρασί).

•Υγιεινή διατροφή. Η ισορροπημένη διατροφή μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τη γονιμότητά. Η γυναίκα που επιθυμεί να μείνει έγκυος θα πρέπει να υιοθετήσει τις σωστές διατροφικές συνήθειες τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν ξεκινήσει την προσπάθεια. Θετικά μπορούν να συμβάλουν τόσο οι βιταμίνες, όπως η Ε και η C, όσο και τα ιχνοστοιχεία, όπως το σελήνιο και ο ψευδάργυρος. Αντίθετα, η χορήγηση μεγάλων ποσοτήτων βιταμίνης Α πρέπει να αποφεύγεται τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Επίσης, το φυλλικό οξύ έχει αποδειχθεί ότι βοηθάει τόσο στην εμφύτευση του εμβρύου όσο και στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος στη συνέχεια της κύησης . Σκόπιμο είναι η λήψη του να ξεκινάει τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την έναρξη της προσπάθειας για εγκυμοσύνη.

•Επιμελής έλεγχος του βάρους. Οι γυναίκες που είναι υπέρβαρες ή πολύ αδύνατες συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα με τη λειτουργία των ωοθηκών τους. Υπάρχει μια κρίσιμη μάζα λίπους που όταν πέφτει κάτω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο, το σώμα σταματά να παράγει ωάρια, ενώ η ύπαρξη υπερβολικού λίπους στην κοιλιακή χώρα επηρεάζει αρνητικά τη ρύθμιση των ορμονών, εμποδίζοντας την ωορρηξία.

•Μέτρια καθημερινή άσκηση και δραστηριότητα. Η καθημερινή σωματική άσκηση βοηθά τα μεταβολισμό, αυξάνει τη μυϊκή μάζα, και μειώνει το λίπος που μπορεί να προκαλέσει ορμονικές διαταραχές, ενισχύοντας όλες τις οργανικές λειτουργίες και βέβαια τη γονιμότητα.

•Τακτική κλινικοεργαστηριακή εξέταση. Είναι απαραίτητη η συχνή ιατρική εξετάση για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Για παράδειγμα, λοίμωξη από τα χλαμύδια, μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή των γεννητικών οργάνων, να φράξει μόνιμα τα στόμια των σαλπίγγων ενώ η γυναίκα είναι δυνατόν να μην έχει εμφανή συμπτώματα.

Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από το ζευγάρι πως η υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής απαιτεί την ίδια αποφασιστικότητα, έχει την ίδια δυσκολία αλλά και την ίδια βαρύτητα με την επιλογή της αναζήτησης βοήθειας μέσω της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Λύσεις υπάρχουν πάντα, αλλά το ποια είναι η ενδεδειγμένη επιλογή σε κάθε περίπτωση θα το αποφασίσει το ίδιο το ζευγάρι με την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού τους.