Γράφει η Αγνή Γιακουμη DDS, MSc – Γναθολόγος- Οδοντίατρος / Κλινική εξειδίκευση στην Αντιμετώπιση Στοματοπροσωπικού Πόνου, Κρανιογναθικών Διαταραχών & Υπνικής Άπνοιας
Ο όρος βρυγμός αναφέρεται στο σφίξιμο και στο τρίξιμο των δοντιών κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύχτας (βραδυνός ύπνος). Έχει παρατηρηθεί η παρουσία του βρυγμού στο 20%-75% του ελληνικού πληθυσμού και εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες. Αποτελεί μία παραλειτουργική δραστηριότητα (στερεότυπη κίνηση) που συμβαίνει υποσυνείδητα, επομένως οι περισσότεροι ασθενείς δε γνωρίζουν ότι τρίζουν ή σφίγγουν τα δόντια τους.
Τα δόντια μας φυσιολογικά πρέπει να έρχονται σε επαφή μόνο κατά τη διάρκεια της μάσησης.΄Οταν κανείς σφίγγει ή τρίζει τα δόντια του πέρα από την φυσιολογική λειτουργία της μάσησης οι μασητήριοι μύες υπερλειτουργούν και «κουράζονται», οι κροταφογναθικές διαρθρώσεις, οι αρθρώσεις μπροστά από το αυτί δηλαδή, υπερφορτίζονται και τα δόντια φθείρονται πολύ περισσότερο από ότι φυσιολογικά. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής του βρυγμού, εκτός από την μικρότερου ή μεγαλύτερου βαθμού αποτριβή των δοντιών, είναι επίσης κούραση στους μύες του προσώπου, πονοκέφαλος, πόνος και δυσκολία στη μάσηση και στην ομιλία, καθώς και πόνος και θόρυβοι στις κροταφογναθικές διαρθρώσιες και μειωμένη κινητικότητα της γνάθου.
Ο οδοντίατρος έχει τον τρόπο, τόσο από το ιστορικό όσο και από την κλινική εξέταση, να καταλάβει πότε συμβαίνει η παραλειτουργική δραστηριότητα και ανάλογα να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία.
Αιτιολογία
Ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο προκαλείται ο βρυγμός δεν είναι ακόμα γνωστός. Όλοι συμφωνούν στην πολυπαραγοντική μορφή της νόσου και στο γεγονός ότι ελέγχεται από το κεντρικό νευρικό σύστημα. Ως αιτιολογικοί παράγοντες έχουν αναφερθεί κατά καιρούς πολλοί, όπως η σύγκλειση των δοντιών, γενετικοί και παθοφυσιολογικοί παράγοντες. Επιπλέον, κάποιοι έχουν ισχυριστεί τη συσχέτιση του βρυγμού με κάποιες νευρολογικές ή ψυχιατρικές ασθένειες. Πάντως σίγουρο είναι πως το άγχος, η ψυχολογική πίεση και η συναισθηματική φόρτιση που πολλοί ασθενείς αναφέρουν αποτελούν σημαντικούς επιβαρυντικούς παράγοντες στο μηχανισμό αιτιοπαθογένειας και εκδήλωσης του βρυγμού.
Διάγνωση
Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο βρυγμός είναι μία εξαιρετικά συχνή παραλειτουργική δραστηριότητα, την οποία τις περισσότερες φορές ο ασθενής δεν αντιλαβάνεται, ακόμα και σε περιπτώσεις που η φθορά των δοντιών είναι έντονη. Συχνά αναφέρει ο/η σύντροφος του ασθενούς πως ακούει τον τελευταίο να τρίζει το βράδυ τα δόντια του (το σφίξιμο δεν γίνεται αντιληπτό καθώς δεν παράγεται ήχος- η γνάθος παραμένει σε στατικοδυναμική θέση). Φυσικά ο οδοντίατρος μπορεί να αναγνωρίσει αμέσως τις αποτετριμμένες επιφάνειες (βρυγμοφασέτες) των δοντιών και να ενημερώσει τον ασθενή για την παραλειτουργική του δραστηριότητα. Επίσης, σχεδόν πάντα η γλώσσα του ασθενούς εμφανίζει στα πλάγια χείλη της εικόνα «δαντελωτών» πτυχώσεων από τα εντυπώματα που αφήνουν τα δόντια κατά την πίεση της γλώσσας στην εσωτερική τους επιφάνεια, όταν ο ασθενείς σφίγγει τα δόντια του. Άλλοι δε από τους ασθενείς έχουν έντονα αναπτυγμένες τις γωνίες των γνάθων δίνοντας την εικόνα «τετραγωνισμένου» προσώπου, εξαιτίας των υπερτροφικών μασητήρων μυών που υπερλειτουργούν στους ασθενείς αυτούς. Τέλος, κατά την κλινική εξέταση σε πολλές περιπτώσεις παρατηρείται επώδυνη αντίδραση του ασθενούς στην ψηλάφηση των μασητηρίων μυών, ενώ ορισμένοι ασθενείς αναφέρουν στο ιστορικό τους συχνούς πονοκεφάλους (συνήθως αμφίπλευρη πίεση στις περιοχές των κροτάφων, χαρακτηριστική «σαν να τους σφίγγει μία μέγγαινη το κεφάλι»).
Θεραπεία
H θεραπεία του βρυγμού είναι συμπτωματική. Η όλη θεραπευτική παρέμβαση από την πλευρά του οδοντιάτρου αποσκοπεί στον έλεγχο των υπέρμετρων δυνάμεων που ασκούνται στο στοματογναθικό σύστημα. Συνήθως ακολουθείται η εξής διαδικασία:
• Ενημέρωση του ασθενούς για την παραλειτουργική του δραστηριότητα και τις επιπτώσεις των υπέρμετρων δυνάμεων που αναπτύσσονται στο στοματογναθικό σύστημα (στους μασητήριους μύες, κροταφογναθικές διαρθρώσεις, στα δόντια).
• Σε εξαιρετικά επώδυνες, επείγουσες καταστάσεις όπου ο ασθενής παρουσιάζει έντονο πόνο σε συνδυασμό με δραματικά μειωμένη διάνοιξη στόματος είναι δυνατόν να χορηγηθεί αρχικά φαρμακευτική αγωγή με μυοχαλαρωτικά, παυσίπονα, αντιφλεγμωνώδη φάρμακα.
• Χρήση νάρθηκα κατά την διάρκεια του ύπνου σε όλους ανεξαρτήτως τους ασθενείς με βρυγμό (είτε εμφανίζουν επώδυνα συμπτώματα, είτε όχι). Ο νάρθηκας είναι μία ενδοστοματική συσκευή που τοποθετείται στα δόντια της άνω γνάθου. Ο νάρθηκας αυτός είναι κατασκευασμένος από σκληρό ακρυλικό και είναι άκαμπτος. Παρά την σκληρή του επιφάνεια ο νάρθηκας είναι μαλακότερος από την αδαμαντίνη των δοντιών κι έτσι κατά τη διάρκεια του βρυγμού δεν φθείρονται πλεόν τα δόντια μεταξύ τους. Επιπλέον ο νάρθηκας «ρυθμίζεται» κάθε φορά από τον οδοντίατρο ώστε η κάτω γνάθος να έρχεται στην πιο αναπαυτική και σταθερή θέση, θέτοντας με τον τρόπο αυτό την πλειοψηφία των επώδυνων συμπτωμάτων του ασθενούς σε έλεγχο.
• Κινησιοθεραπεία. Δίδονται προοδευτικά ασκήσεις χαλάρωσης και ενδυνάμωσης των μασητηρίων μυών.
• Εφαρμογή Διαδερμικών Ηλεκτρικών Νευροδιεγέρσεων (TENS). Σε λιγοστές περιπτώσεις, που δεν υποχωρούν τα επώδυνα συμπτώματα, στην περιοχή των μασητηρίων μυών πραγματοποιούνται συνεδρίες 20-25 λεπτών, κατά την διάρκεια των οποίων εφαρμόζονται επιδερμικά αυτοκόλλητα ηλεκτροδίων στις εν λόγω περιοχές, τα οποία στέλνουν μικρής εντάσεως ηλεκτρικές ώσεις στους μύες, ελέγχοντας τις πύλες εισόδου του πόνου προς το κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας ανακούφιση από τον πόνο.
• Οδοντιατρική αποκατάσταση. Στην περίπτωση που παρατηρούνται αποτριβές και φθορά των οδοντικών ιστών ή των οδοντιατρικών αποκαταστάσεων που υπάρχουν (θραύση πορσελάνης ή έμφραξης) ο οδοντίατρος καλείται να αποκαταστήσει τη φυσιολογική μορφολογία των δοντιών.
• Αποθεραπεία. Συχνή απορία των περισσοτέρων ασθενών που αποφασίζουν να ξεκινήσουν θεραπεία αποτελεί «… και τώρα τον νάρθηκα θα τον φοράω κάθε βράδυ για πάντα;» Όταν ο ασθενής φθάσει στο επίπεδο πλήρους ενσυνείδησης της δραστηριότητάς του και ικανοποιητικής διαχείρισης των παραγόντων που συμβάλλουν στην έκλυση επεισοδίων βρυγμού, τότε σταδιακά μπορεί να αποδεσμευτεί από τη χρήση του νάρθηκα και το πρόγραμμα κινησιοθεραπείας, και να περιοριστεί στην περιστασιακή χρήση του νάρθηκα, πάντα υπό την στενή παρακολούθηση του οδοντιάτρου.