Γράφει ο Σπύρος Α. Κυβέλλος – Ιατρός Ομοιοπαθητικός
Άγχος. Ίσως η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη λέξη από τον πληθυσμό αυτή την εποχή.
Αν επιχειρήσουμε να ρωτήσουμε τον έναν μετά τον άλλον ασθενείς που διακατέχονται από άγχος, θα λάβουμε τελείως διαφορετικές απαντήσεις. Άσχετα με το πώς βιώνεται το άγχος σε σωματικό επίπεδο, οι αιτιάσεις των ασθενών για την βίωση αυτή, διαφέρουν, εξατομικεύονται, αλλά πρωτίστως ανάγονται σε συγκεκριμένους συνεχείς εξωγενείς ψυχοπιεστικούς παράγοντες. Κανένας όμως από τους παράγοντες αυτούς δεν αρκεί από μόνος του να δημιουργήσει το άγχος στον ανθρώπινο οργανισμό. Χρειάζεται και η ύπαρξη της ίδιας της προδιάθεσης του οργανισμού, όπως ακριβώς ένα σήμα για να γίνει αντιληπτό από έναν δέκτη χρειάζεται έναν πομπό.
Το άγχος ως βίωμα συναισθηματικό, διαφέρει από τα «καθαρά» συναισθήματα εξαρτώμενα από αντίστοιχους εξωγενείς παράγοντες (χαρά, λύπη, οργή, αγανάκτηση, ευφορία). Ο αγχώδης ασθενής, μπορεί ακόμα και ένα θετικό κατά γενική ομολογία συναίσθημα, ένα χαρμόσυνο γεγονός, να το βιώσει αγχωτικά και να το σωματοποιήσει.
Ο ορισμός που προσωπικά δίνω για το άγχος είναι: Άγχος είναι η βίωση της διαδικασίας αποχωρισμού Φύσης-Θέσης. Την στιγμή που η φύση ενός συγκεκριμένου ανθρώπου θα έπρεπε με βάση το ερέθισμα να αντιδράσει με ένα συγκεκριμένο (από φύσεως) τρόπο, αντιδρά με έναν ξένο νευρο-ανοσολο-βιολογικά (από θέσεως ) τρόπο, που έχει επιβληθεί στον οργανισμό, ύστερα από εξωγενείς παρεμβάσεις. Την στιγμή για παράδειγμα που η βίωση ενός λυπηρού γεγονότος θα έπρεπε από φύσεως να οδηγήσει έναν συγκεκριμένο οργανισμό να βιώσει τη λύπη και να κλάψει, μία παλαιότερη συνθήκη τον οδηγεί στην καταστολή αυτής της εκτόνωσης (οι άντρες δεν κλαίνε παιδί μου, μην σε ξαναδώ και κλάψεις). Αυτή η απόσταση Φύσης-Θέσης, θα βιωθεί από τον οργανισμό ως άγχος και όχι το ίδιο το λυπηρό γεγονός.
Η χρόνια ενασχόληση ενός ιατρού με την Ομοιοπαθητική Ιατρική είναι μία περιπέτεια συνεχούς επικοινωνίας της γνώσης. Επικοινωνίας πληροφοριών που εκπορεύονται από την Ιατρική βιβλιογραφία, την Ομοιοπαθητική βιβλιογραφία, κυρίως από το Repertory και τη Materia Medica αλλά και από τις σύγχρονες ομοιοπαθητικές μελέτες. Πληροφορίες που προέρχονται ωστόσο και από τους ασθενείς, οι οποίοι περιγράφοντας τις ειδικές οπτικές γωνίες της βίωσης των συμπτωμάτων τους, μετατρέπονται σε μία πλούσια πηγή γνώσης για τον Ομοιοπαθητικό γιατρό. Κάθε ένας ασθενής ξεχωριστά, αποτελώντας μία ενιαία και μοναδική ψυχο-νευρο-ανοσολογική οντότητα , πάνω στην οποία οι περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους, καταθέτοντας το πρόβλημά του στον γιατρό, μεταβιβάζει ένα πλούσιο πληροφοριακό υλικό, που αθροίζεται και γίνεται εργαλείο γνώσης και εμπειρίας για την θεραπεία του επόμενου ασθενούς. Ο κάθε ασθενής δηλαδή βοηθάει και τον επόμενο με ανάλογο πρόβλημα ή ανάλογη ιδιοσυγκρασία. Ο Ομοιοπαθητικός ιατρός γίνεται καθημερινά αποδέκτης νέων πληροφοριών πάνω στην επιστήμη του, χτίζοντας μια επιπλέον γνώση γύρω από τις διαφορετικές ιδιοσυγκρασιακές δομές του κάθε φαρμάκου, επάνω σε αυτήν που ήδη κατέχει από τη μελέτη των βιβλίων του. Η επιβεβαίωση δε της ανταπόκρισης του ασθενούς στο ακριβές ομοιοπαθητικό φάρμακο, δίνει τη δυνατότητα περαιτέρω διερεύνησης των συνθηκών που οδήγησαν τον οργανισμό του ασθενούς, να εκτραπεί από τη φυσική του κατάσταση και να εμφανίσει μία παθολογία.
Είναι γνωστό ότι η επιλογή του ομοιοπαθητικού φαρμάκου σε κάθε ασθενή, εξαρτάται όχι μόνο από το νόσημα, αλλά κυρίως από τις ιδιαίτερες και ενίοτε παράδοξες αποχρώσεις των συμπτωμάτων στον κάθε ασθενή. Ακόμα περισσότερο η επίδραση της νόσου στον ψυχισμό και στις διανοητικές λειτουργίες του ασθενούς θα καθορίσουν την επιλογή αυτή. Αντιστοίχως καθοριστική θα είναι η επίδραση των ψυχικών και διανοητικών εκτροπών στην εξέλιξη της φυσικής ιστορίας της νόσου. Η επιλογή του ακριβέστερα «όμοιου» ομοιοπαθητικού φαρμάκου θα καθοριστεί από όλες τις αναφερόμενες παραμέτρους, η δε μέγιστη δυνατή ομοιότητα στο σύνολο των σωματικών, διανοητικών και ψυχικών συμπτωμάτων, σε κάθε μία περίπτωση ξεχωριστά, θα καθορίσει εν πολλοίς το εάν η παρέμβαση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής στην ζωή του ασθενούς θα αποδειχθεί ιδιάζουσας σημασίας για την υγεία του, αναστέλλοντας , ανακουφίζοντας ή θεραπεύοντας πλήρως την νόσο.
Η επιβεβαίωση της ανταπόκρισης ενός ασθενούς στο ομοιοπαθητικό φάρμακο που επιλέχτηκε προσεκτικά με βάση όλα τα παραπάνω και χορηγήθηκε στον ασθενή, εάν συνάδει με τους νόμους της κλασικής Ομοιοπαθητικής, ανοίγει στην συνέχεια νέους δρόμους στην διερεύνηση των βαθύτερων αιτιών της νόσου, περισσότερο εξατομικευμένα πλέον. Πολύ συχνά, ψηλαφώντας και καταγράφοντας προσεκτικά το ιστορικό του ασθενούς, ανακαλύπτουμε κομβικά χρονικά σημεία, στα οποία η εγκατάσταση της νόσου, ή η έκφραση μιας νοσηρής προδιάθεσης αρχίζει να κάνει την εμφάνισή της, εν αγνοία του συμβατικού τρόπου σκέψης της Ιατρικής. Η απότομη διακοπή της εμφάνισης για παράδειγμα υψηλού πυρετού σε ένα παιδί, ύστερα από κάποια χημική παρέμβαση, ενώ θα διαλάθει της συμβατικής ιατρικής μας αντίληψης, εν τούτοις θα είναι η βάση πάνω στην οποία θα χτιστεί ένα πιθανό αυτοάνοσο νόσημα πολλά χρόνια αργότερα. Η χρονική στιγμή στην οποία ένας ευσυγκίνητος από φύσεως άνθρωπος, καταπιέζει ή καταπιέζεται τόσο πολύ ώστε να πάψει να κλαίει για παράδειγμα, είναι η βάση πάνω στην οποία μπορεί να χτιστεί μία καταθλιπτική συνδρομή πολλά χρόνια αργότερα. Αυτές οι κομβικές χρονικές στιγμές, ανιχνεύονται με πολύ λεπτομερειακό τρόπο κατά την διάρκεια της λήψης του πρώτου ιστορικού, ώστε να γίνει όσο σαφής γίνεται ο μηχανισμός της γένεσης μίας νόσου ή της έκφρασης μίας νοσηρής προδιάθεσης. Στον βαθμό που η εκτροπή από την φυσική ομοιοστασία του οργανισμού είναι μεγάλη και αφορά τα ψυχικά και διανοητικά χαρακτηριστικά του ασθενούς, βρισκόμαστε μπροστά στην εγκατάσταση μίας επίκτητης ιδιοσυγκρασίας. Επίκτητη ιδιοσυγκρασία. Ένας ατελής ορισμός που χρησιμοποιείται, για να προσεγγιστεί το φαινόμενο της μετατόπισης της ψυχο-διανοητικής κατάστασης ενός ανθρώπου, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναγνωρίζεται, από Ομοιοπαθητικής προσέγγισης, η ανάγκη για ένα διαφορετικό φάρμακο, από αυτό που οι πληροφορίες από το ιστορικό, υποδεικνύουν ότι χρειαζόταν σε παλαιότερη χρονική στιγμή.
Η Ομοιοπαθητική Ιατρική προσεγγίζει την διαχείριση του άγχους, μειώνοντας την απόσταση Φύσης-Θέσης. Οδηγώντας ουσιαστικά τον οργανισμό να αντιδράσει στα εξωτερικά ερεθίσματα σύμφωνα με την από φύσεως νευρο-ανοσολο-βιολογική του ομοιοστασία. Αυτή η συνθήκη είναι και η ιδανικότερη για την ελάχιστη η μηδενική βίωση του συναισθήματος του άγχους. Απελευθερώνοντας τον οργανισμό από την επίκτητη ιδιοσυκρασία του και οδηγώντας τον να βιώσει τα συναισθήματά του τόσο έντονα και τόσο καθαρά, όσο η φύση του το απαιτεί. Χωρίς άγχος.