Γράφει ο Γεράσιμος Γαβριελάτος – Επεμβατικός Καρδιολόγος
Δεν είναι λίγες οι φορές που μια ευχάριστη είδηση θα κάνει την καρδιά μας να χτυπήσει γρήγορα γεμάτη από χαρά. Άλλες φορές, στην προσμονή ενός αγαπημένου προσώπου ή μιας απόφασης ,ένας άνθρωπος νιώθει ένα «φτερούγισμα» στην καρδιά. Αρχίζουμε τότε να ανησυχούμε μήπως κάτι δεν πάει καλά, μήπως έχουμε κάποια αρρυθμία. Οι αρρυθμίες, είναι τόσο συχνές, που σχεδόν δεν υπάρχει καρδιά που να μην έχει παρουσιάσει κάποια στιγμή αρρυθμία. Αρκετές φορές μάλιστα, δεν γίνονται ούτε καν αντιληπτές. Στην πραγματικότητα, οι περιπτώσεις που πρέπει να μας προξενούν ανησυχία, αφορούν συνήθως ανθρώπους που ήδη πάσχουν από κάποια καρδιοπάθεια.
Τι είναι αρρυθμία;
Ουσιαστικά ως αρρυθμία, ορίζουμε όλες τις διαταραχές του καρδιακού ρυθμού (με την εμφάνιση π.χ. κάποιων έκτακτων καρδιακών συστολών) ή της καρδιακής συχνότητας, είτε πρόκειται για ελάττωσή της (βραδυκαρδία) είτε για αύξησή της (ταχυκαρδία) πέρα απ’ τα φυσιολογικά όρια. Αυτά τα επίπεδα σε κατάσταση ηρεμίας ,κυμαίνονται μεταξύ 60 και 100 το λεπτό, με τους επαγγελματίες αθλητές να έχουν χαμηλότερες τιμές και τα βρέφη υψηλότερες.
Που μπορεί να οφείλεται;
Χαρακτηριστικά εκδηλώνεται σε άτομα της μέσης ηλικίας, με αυξανόμενη συχνότητα καθώς προχωρά η ηλικία, και με προεξάρχουσα την κολπική μαρμαρυγή η οποία είναι η συχνότερη αρρυθμία σε ασθενείς άνω των 60 ετών. Σαφώς υπάρχουν αρρυθμίες και αρρυθμιολογικά σύνδρομα, που προσβάλουν έφηβους ή νέους ενήλικους. Το εκλυτικό αίτιο δεν είναι πάντα ανιχνεύσιμο και σίγουρα μια αρρυθμία μπορεί να αφορά μια δομικά φυσιολογική καρδιά.
Ανάμεσα στις «εξωκαρδιακές» αίτιες που μπορούν να εκτρέψουν την καρδιά μας από την εύρυθμη λειτουργία της, εξέχουσα θέση κατέχουν «κακές» συνήθεις της καθημερινότητας μας. Τέτοιες είναι η υπερβολική κατανάλωση καφεΐνης και καπνού, το αλκοόλ, οι ναρκωτικές ουσίες καθώς και το αυξημένο συναισθηματικό και σωματικό stress. Ακόμη η λήψη φαρμάκων για μη καρδιακές παθήσεις όπως αντιασθματικά, αντιεπιληπτικά, αντικαταθλιπτικά, αντιγλαυκωματικά, θυρεοειδικές ορμόνες.
Διάφορα νοσήματα μη σχετιζόμενα με την καρδιά, μπορούν να έχουν σαν πρώτη εκδήλωση μια καρδιακή αρρυθμία. Τέτοια είναι οι παθήσεις του θυρεοειδούς, πνευμονοπάθειες, οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές (κάλιο, νάτριο, μαγνήσιο), η αναιμία, εμπύρετες ή σηπτικές καταστάσεις, αλλά και νοσήματα του πεπτικού συστήματος όπως η γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση και οι διαφραγματοκήλες.
Παθήσεις της καρδιάς, όπως παθήσεις των βαλβίδων, είτε παθήσεις του μυοκαρδίου (μυοκαρδίτιδες, μυοκαρδιοπάθειες), η καρδιακή ανεπάρκεια είτε η αθηρωμάτωση των στεφανιαίων αρτηριών που οδηγεί σε στηθάγχη ή οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, συνοδεύονται με την εμφάνιση αρρυθμιών. Αντιμετωπίζονται βέβαια πάντα ταυτόχρονα με τη θεραπεία της πάθησης που τις προκαλεί.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, όπου εμφανίζονται αρρυθμίες χωρίς να συνοδεύουν άλλη πάθηση της καρδιάς. Υπάρχει δηλαδή μια ανωμαλία, μόνο στο ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς. Αυτές οι αρρυθμίες τις περισσότερες φορές χρειάζονται αντιμετώπιση. Η σπουδαιότερη διάκριση των αρρυθμιών τις χωρίζει σε αυτές που δυνητικά οδηγούν σε αιφνίδιο θάνατο, δηλαδή επηρεάζουν την ποσότητα της ζωής, και σε αυτές που επηρεάζουν μόνο την ποιότητα της ζωής των ασθενών, διότι τους προκαλούν έντονα συμπτώματα.
Πως εκδηλώνεται;
Μια αρρυθμία μπορεί να μη γίνει αισθητή από τον ασθενή, ή να μην γίνεται αντιληπτή από όλους το ίδιο, ή ακόμη να είναι τυχαίο εύρημα ενός check up. Γενικά, το αίσθημα που προκαλεί η αρρυθμία μπορεί να μοιάζει με ένα «κενό» στο στήθος ή με έναν «κόμπο» στο λαιμό που πνίγει ή προκαλεί βήχα. Άλλοτε μπορεί να θυμίζει «φτερούγισμα» στο στήθος ή να συνοδεύεται από δύσπνοια, οπισθοστερνικό πόνο, αίσθημα ζάλης ή λιποθυμία. Φυσικά υπάρχουν και περιπτώσεις, που οδηγεί κατευθείαν στην καρδιακή ανακοπή (κοιλιακή μαρμαρυγή, κοιλιακή ταχυκαρδία) και, αν δεν μεσολαβήσουν άμεσες ενέργειες (καρδιοαναπνευστική ανάνηψη, απινίδωση), στο θάνατο.
Προσοχή Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η ένταση των συμπτωμάτων μιας αρρυθμίας δεν αντανακλά τη σοβαρότητά της.
Υπάρχει κίνδυνος;
Στην πλειονοψηφία τους είναι αθώες. Σε ένα μικρό ποσοστό όμως, ιδιαίτερα σε άτομα που έχουν πάθηση της καρδιάς ή σοβαρούς παράγοντες κινδύνου (π.χ. κάπνισμα, σάκχαρο, υψηλή χοληστερίνη, παχυσαρκία) οι αρρυθμίες που μπορεί να δημιουργήσουν πρόβλημα είναι πολύπλοκες, όπως είναι η κοιλιακή μαρμαρυγή ή η γρήγορη κοιλιακή ταχυκαρδία και μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και στο θάνατο.
Πρέπει όμως να θυμόμαστε, ότι η αυξημένη καρδιακή συχνότητα (> 90σφ./λεπτό) σε κατάσταση ηρεμίας αποτελεί έναν ήπιο ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου. Για αυτό μπορούμε να συμβουλευτούμε σχετικά τον γιατρό μας.
Μια αρρυθμία σε υγιές άτομο είναι κατά κανόνα είναι τελείως ακίνδυνή. Προσοχή οφείλουν να δείξουν όσοι έχουν καρδιακά προβλήματα
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση γίνεται με:
• Απλό ηλεκτροκαρδιογράφημα.
• Holter ρυθμού, ένα ειδικό φορητό μηχάνημα που συνδέεται στον ασθενή και καταγράφει τον καρδιακό ρυθμό για ένα 24ωρο ή παραπάνω. Τελευταία εφαρμόζεται και εμφυτεύσιμο Holter, με μικροεπεμβατική τεχνική στο ιατρείο, για καταγραφή της καρδιακής συχνότητας σε διάστημα τριών ετών προκειμένου για δύσκολα ανιχνεύσιμες αρρυθμίες.
• Δοκιμασία κοπώσεως, για να διαπιστωθεί αν κατά την κόπωση χειροτερεύουν ή εξαλείφονται οι αρρυθμίες.
Εάν κριθεί απαραίτητο μπορεί να γίνει ηλεκτροφυσιολογική μελέτη με καρδιακό καθετηριασμό, δηλαδή την εισαγωγή πολύ λεπτού καθετήρα στις δεξιές καρδιακές κοιλότητες, για την ακριβή εντόπιση του αιτίου. Ταυτόχρονα , γίνονται εξετάσεις αίματος και ούρων για την εκτίμηση της γενικής καταστάσεως του ασθενούς, και στην ανακάλυψη πιθανών εξωκαρδιακών αιτίων της αρρυθμίας.
Με ποιους τρόπους θεραπεύεται μια αρρυθμία;
Συνήθως η θεραπεία είναι ανάλογη του εκλυτικού αιτίου
• Πολύ συχνά η διακοπή του καπνίσματος ή ο περιορισμός καφέ και αλκοόλ αρκούν.
• Άλλες φορές οι τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής για θυρεοειδοπάθειες, πνευμονοπάθειες ή οφθαλμοπάθειες μπορούν να είναι αποτελεσματικές. Το ίδιο ισχύει όταν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά διάφορα μη καρδιακά νοσήματα που προκαλούν αρρυθμίες.
• Στην περίπτωση που το αίτιο εντοπίζεται στην καρδιά, στόχος είναι να θεραπευθεί το προϋπάρχον καρδιακό νόσημα, είτε η ίδια η αρρυθμία. Ετσι, αν πρόκειται για μια κολπική μαρμαρυγή, χορηγούμε αντιαρρυθμικά φάρμακα και αντιπηκτικά για να μειωθεί ο κίνδυνος εμβολικών επεισοδίων. Όταν οι αρρυθμίες δεν αντιμετωπίζονται με φάρμακα ή σε σοβαρές βραδυκαρδίες, οι καρδιολόγοι τοποθετούμε βηματοδότη, που επαναφέρει τον καρδιακό ρυθμό όταν ανιχνεύει αρρυθμία. Όταν εντοπίζεται κοιλιακή ταχυκαρδία ή κοιλιακή μαρμαρυγή, τοποθετείται ένας μικρός αυτόματος απινιδωτής, που δίνει ένα μικρό ηλεκτροσόκ στην καρδιά όταν προκύπτει τέτοια επικίνδυνη αρρυθμία. Τέλος μεγάλη εξέλιξη παρουσιάζει η κατάλυση των αρρυθμιών από εξειδικευμένους επεμβατικούς καρδιολόγους , η οποία έχει συγκεκριμένες ενδείξεις. Πρόκειται για επεμβατική μέθοδο, όπου με εφαρμογή υψίσυχνου ρεύματος «καίγεται» το σημείο αυτό που προκαλεί την αρρυθμία, και σε περιπτώσεις όπως η υπερκοιλιακή ταχυκαρδία είναι απόλυτα επιτυχής. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, έχει αρχίσει να εφαρμόζεται και σε περιπτώσεις κολπικής μαρμαρυγής με πολύ καλά αποτελέσματα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη και γι αυτό πάντα να συμβουλευόμαστε τον ειδικό καρδιολόγο.